Ξυπνάς, κοιτάς το κινητό με την ελπίδα ότι σου
έχει ήδη στείλει μήνυμα που λέει ‘καλημέρα αγάπη μου’ – δεν έχεις μήνυμα - ,
ανάβεις τον υπολογιστή, φτιάχνεις καφέ. Ανοίγεις τα παντζούρια, ωραία μέρα μα
εσύ δεν είχες μήνυμα που να λέει ‘καλημέρα αγάπη μου’. Σου καίει ο καφές την
γλώσσα - πόσο λάθος ξεκίνησε αυτή η
μέρα, σκέφτεσαι. Διαβάζεις ειδήσεις στις
ηλεκτρονικές εφημερίδες: ληστείες, ένας βιασμός, ένας πόλεμος κι ένα δυστύχημα.
Προσπερνάς. Φτάνεις στο προφίλ του και ψάχνεις να δεις τι ώρα κοιμήθηκε χτες,
αν πέρασε καλά εκεί που πήγε, αν μέθυσε, πόσες γνώρισε και τις έκανε φίλες και
γιατί δεν σου ‘στειλε ένα μήνυμα που να λέει ‘καλημέρα αγάπη μου’. Αρπάζεις το
κινητό, βλέπεις τελευταίες κλήσεις και μηνύματα. Η μάνα σου, η σπιτονοικοκυρά
για το νοίκι και μηνύματα από δυο τρεις φίλους για ποτό που βεβαίως βεβαίως δεν
απάντησες ποτέ σου. Σκέψη στη σκέψη κι ο καφές κρύωσε. Φτιάχνεις ακόμη έναν.
Αυτός θα σε κάνει καλύτερα, λες. Ίσως χαμογελάσεις. Ίσως να δεις κάτι που να
σου φανεί εξίσου καλό με ένα δικό του μήνυμα που θα λέει ‘καλημέρα αγάπη μου’.
Κι ας κοντεύει μεσημέρι. Κι ας έχει περάσει μια βδομάδα.
Η αγάπη μάλλον δεν μένει πια εδώ. Μάλλον δεν την
χωρούσε το σπίτι με το απλήρωτο νοίκι.
....
Παίρνεις μπουφάν, τσάντα, κλειδιά. Θέλεις λες, να
ξεσκάσεις γιατί αν συνεχίσεις να πίνεις καφέδες, να καταπίνεις χάπια, να
αδειάζεις μπουκάλια σίγουρα μετά θα ‘ναι πολύ αργά για να φέρεις οτιδήποτε
πίσω. Ξεκινάς το αμάξι,το ραδιόφωνο δεν σταματά να παίζει τραγούδια που
αγαπήσατε μαζί. Το ραδιόφωνο φταίει που το αμάξι σου σταμάτησε έξω απ’το σπίτι
του. Ναι, αυτό φταίει. Κατεβαίνεις βιαστική. Δεν ξέρεις τι κάνεις, αν χάνεις ή
αν κερδίζεις. Έχει νυχτώσει, τι θα του πεις; Τι κάνεις εκεί; - Τίποτα δεν θα του πεις. Θα τον αρπάξεις και
θα τον φιλήσεις. Αν είναι να τελειώσει αυτή η σχέση ας τελειώσει γλυκά, ας
τελειώσει μ’ ένα φιλί. Βλέπεις φώτα, χτυπάς την πόρτα. Η καρδιά σου χτυπάει
τόσο δυνατά που σου κόβει την ανάσα. Γιατί πήγες; Γιατί αργεί; Γιατί δεν
ανοίγει; Κάνεις μεταβολή και φεύγεις. Θυμάσαι πως τα φώτα τα αφήνει αναμμένα
για να βλέπει τα ξημερώματα που γυρνάει στο σπίτι. – Φουσκωμένοι λογαριασμοί.
Καθώς περπατάς για να φτάσεις στο αμάξι αρχίζουν ξανά οι σκέψεις. Πού είναι; Με
ποιούς; Αύριο δουλεύει. Τι ώρα θα κοιμηθεί και τι ώρα θα ξυπνήσει; Έξω κάνει
κρύο, ντύθηκε ζεστά; Κι αν ναι, τι έβαλε; Ξεκινάς την μηχανή. Επιλογές : ή επιστρέφεις
στο σπίτι ή τον ψάχνεις σαν τρελή σε όλη την πόλη, σε στέκια, σε σπίτια φίλων.
Κι όταν τον βρεις τι θα του πεις; Τι έψαχνες και βρέθηκες εκεί; Το ‘είδα φως
και μπήκα’ προφανώς δεν θα είναι καλή δικαιολογία. Το ‘δεν ήθελα κάτι
συγκεκριμένο απλώς να πω μια καλησπέρα’, ούτε καν. Αποφασίζεις να γυρίσεις στο
σπίτι. Εσύ, μια φορά προσπάθησες να
εξευτελιστείς για χάρη του έρωτα σου, έφτασες μέχρι την πόρτα του μα αυτός έλειπε.
Εσύ πάντως προσπάθησες. Τώρα δεν χρωστάς σε κανέναν. Μονάχα στον εγωισμό σου
που τον γάμησες για ακόμη μια φορά. Και τι πήρες για αντάλλαγμα; Τον πούλο.
Αυτό σου αξίζει, σκέφτεσαι. Δεν κάνεις εσύ για έρωτες και τα σχετικά. Κάθε φορά
στα ίδια καταλήγεις. Στα πατώματα εσύ κι οι πρώην σου να προχωρούν λες και δεν
κράτησαν τίποτα. Ούτε μια στιγμή. Αντιθέτως προχωρούν για την επόμενη
περιπέτεια, για το επόμενο ταξίδι, τον επόμενο έρωτα.
...
Όμως κι εσύ το ‘χεις μάθει πια καλά πως ‘ο έρωτας
με έρωτα περνάει’. Χρειάζεται μόνο νέα πρόσωπα, δειλά βλέμματα και μερικά
χαμόγελα γεμάτα υποσχέσεις. Το ξέρεις καλά πως αυτή είν’ η γιατρειά σου. Το
καινούριο. Το άγνωστο. Γίνε εσύ αυτή τη
φορά, η πρώτη που θα πει ‘Αντίο αγάπη μου’ και τράβα αλλού να βρεις αυτόν που τις
λέξεις θα τις κάνει πάντα πράξεις, που οι λέξεις του θα’ναι απ’τις Ακριβές. Ζήσε έναν έρωτα που θα ‘ναι
κομμάτι απο’σένα, που χωρίς εσένα η ζωή του· που χωρίς εσένα ζωή δεν θα ‘χει.
Ζήτα έναν έρωτα στα μέτρα σου.
Μην κοιτάς πίσω λοιπόν, μην κλαις άλλο για το
παρελθόν. Άστο να πεθάνει πριν να σε πεθάνει αυτό. Κοίτα να περνάς καλά το
σήμερα, κοίτα να φτιάξεις όμορφα το αύριο. Κοίτα
να αγαπηθείς...γιατί άλλη ζωή δεν έχει.