Wednesday, 4 May 2011

Κάθε Φορά Μηδέν.

Άτιτλο

Για μια στιγμή νόμισα πως σε είδα να γελάς. Πως σε είδα ξανά να ονειρεύεσαι..  Μέσα στη ζάλη μου κι ίσως απ’ την ανάγκη μου να ‘ναι όλα όπως παλιά, βλέπεις φτιάχνω φιγούρες με σένα για να κάνουν αυτά που εσύ δεν μπορείς, δεν τολμάς. Δεν θες πια. Γιατί δεν θες; Που πήγε η δύναμη σου; Ο εγωισμός και το πείσμα σου, να πας κόντρα σ’ αυτό που χρόνια σε πεθαίνει, σου τρώει την ψυχή; Μα είσαι ακόμη ζωντανός. Σ’ακούω ακόμη. Μα δεν σε βλέπω να έρχεσαι.. Τα βήματα σου πια δεν ακούω. Δεν ξέρω γιατί, μα λυπάμαι. Όχι εσένα. Εσένα ποτέ. Λυπάμαι που νέα σου δεν έχω, κι όταν έχω μιλούν για μελαγχολία κι απραξία. Αδράνεια. Θαύματα δεν γίνονται, φίλε μου και το ξέρεις καλά. Στο ‘χει μάθει καλά η ζωή. Εσύ είσ’ αυτός που πολεμάς, εσύ είσ’ αυτός που στο τέλος θα κερδίσεις. Πάντα με τρόπο γενναίο, επιβλητικό, με ύφος θυμωμένο - παλεύεις να νικήσεις ό,τι οι άλλοι θεωρούν εύκολο και δεδομένο.
Η θλίψη γεμίζει το σπίτι σου, ζεις σ’ ένα σώμα που μοιάζει για ‘σενα πια ξένο. Δεν σε υπακούει λες. Και βυθίζεσαι σε ένα δρόμο σκοτεινό, κατηφορικό που βγάζει μόνο σ’ ένα αδιέξοδο, στης ζωής σου τον γκρεμό. Η πτώση δεν έχει τελειωμό κι η απόγνωση δεν είναι δικαιολογία. Έσυ δεν είσαι δειλός. Κάθε άλλο.
Δεν ξέρω τι είν’ αυτό που σου χρειάζεται για να αρχίσεις ξανά να προσπαθείς. Ένα βήμα όμως την φορά. Παλεύεις με κτήνη κι οι πληγές σου που πάντα θα ‘ναι ανοιχτές, πονάνε ακόμη. Μα για όσο υπάρχει ζωή, θα υπάρχει και θέληση. Γι’ αυτό μην τα παρατάς. Ποτέ σου. Βρες κουράγιο, βρες λόγο, αφορμή και τρέξε μακριά. Σκότωσε τους φόβους σου και μάθε να περπατάς ξανά”..
Όταν η ζωή σου όλη αλλάζει μέσα σε μια στιγμή. Όταν χάνεις αυτά που μέχρι χθες νόμιζες δεδομένα, τότε βλέπεις το αύριο σαν μια γλυκιά ελπίδα.
Αυτή τη φορά λοιπόν, η νεράιδα μου παίρνει αν θέλετε, ένα ύφος πιο ανθρώπινο. Ξεχνά για λίγο τους πάντα μισούς έρωτες της και με λέξεις απλές, ίσως βαλμένες σε λάθος σειρά, μιλάει σε εκείνα τα παιδιά που την ζωή την αντιλαμβάνονται διαφορετικά. Σαν δώρο, σαν μάχη, σαν νίκη.

“Χωρίς να το μάθει ποτέ, εδάκρυσε, ίσως γιατί έπρεπε να δακρύσει, ίσως γιατί οι συφορές έρχονται.” Κ.Γ.Κ.